Μελανίστιος εκ πένθους η «Αργώ» παραπλέει τας ακτάς, ρίπτει κατά γης τη λύραν ο Ορφεύς, ο δε Ιάσων, στηρίζων περίλυπος την κεφαλήν επί του πηδαλίου της ολκάδος, χύνει δάκρυ θαλερόν.
Αι Αμαζόνες παρά τον Θερμώδοντα διακόπτουσι τους ιππικούς, οι δε Μύριοι του Ξενοφώντος προ της Τραπεζούντος αναστέλλουσι τους γυμνικούς αυτών αγώνας.
Οι «τηλόθεν εξ Αλύβης, όθεν αργύρου εστί γενέθλη», της επαρχίας Χαλδίας και οι εκ Κρώμνης και οι εξ Αιγιαλού εθελονταί του Τρωικού Πολέμου της πατρίδος, άπωθεν διαπυνθανόμενοι την τραγικήν τελετήν, ολολύζουσιν ως νήπια «παρά θίν’ αλός ατρυγέτοιο».
Την πατρίδα του βλέπων πυρπολουμένην, τους άνδρας εξοριζομένους, τα δε γυναικόπαιδα θνήσκοντα εκ πείνης, εγκαταλείπει Σινώπην την παλαίφατον Διογένης ο Κυνικός και, πρόσφυξ γενόμενος εν Ελλάδι, κυλίει τήδε κακείσε τον πίθον της προσφυγικότητος, κρατών δε φανόν ανά χείρας ζητεί τον άνθρωπον, όστις θα σώση τη γενέτειράν του.
Είναι υιός μονογενής της Ελλάδος με πολλάς αδελφάς, εν μεν χρόνοις μυθικοίς εκ πατρός Φρίξου γεννηθείς και διά της Αργοναυτικής Εκστρατείας του ελληνικού πολιτισμού εις Εύξεινον βαπτισθείς, εν δε τοις ιστορικοίς χρόνοις εκ Μιλήτου ορμηθέντες οι Ίωνες ίδρυσαν το 790 π.Χ. τη Σινώπην, αρχαιοτέραν του Βυζαντίου, είτα δε τας άλλας «Ελληνίδας», κατά έκφρασιν του τε Στράβωνος και του Ξενοφώντος, πόλεις, Ηράκλειαν, την Αμισόν, «Πειραιά» το πρώτον καλουμένην, την Ερμώνασσαν (Πλάτανα), την Τραπεζούντα, απάσας κατά τους εν λόγω ιστορικούς, οικουμένας καλώς, αξιολόγοις γυμνασίοις και αγοραίς και στοαίς κεκοσμημένας λαμπρώς, άνδρας δε εξενεγκούσας αγαθούς, φιλοσόφους, ποιητάς και συγγραφείς και μαθηματικούς και γραμματικούς.
Βασίλειος ο Μέγας και Γρηγόριος ο Θεολόγος περίτρομοι από τους γόους και τους στεναγμούς τών εν τω ναώ του Αγίου Γεωργίου Πατλαμά τουφεκιζομένων γυναικοπαίδων, διακόπτουσι, παρά την Κερασούντα, τη συγγραφήν της Φιλοκαλίας, από δε τους κλαυθμυρισμούς τών κατά των πετρών της Πουλαντζάκης και των Κοτυώρων συντριβομένων και συνθλωμένων νηπίων, Χρυσοστόμου του Ιωάννου στενάζει ο τάφος εν Κουκουσώ της επαρχίας Νεοκαισαρείας.
Θρηνεί τον επιτάφιον θρήνον η Παναγία του Σουμελά, προσκόπτει και θρυμματίζεται ο ίππος του Αγίου Γεωργίου του Περιστερεώτα, επί πίνακι δε ζητείται η κεφαλή του ευθαρσούς Ιωάννου της Μονής του Βαζελώνος.
Αι Μυροφόροι αδελφαί Μακεδονία, Θράκη και Ιωνία και αι Ωκεανίδες Νύμφαι Κρήτη τε και Χίος και Μυτιλήνη, του πένθους περιβεβλημέναι τον πέπλον τον μελανόν, προσέρχονται εις το μνήμαν ζητούσαι τον Νεκρόν.
Προς τον Θεόν της Χριστιανοσύνης δεήσεις δεν αναπέμπονται πλέον, ο ήχος των κωδώνων δεν αντιλαλεί εις τους αιθέρας, εσίγησεν η ελληνική φωνή του Ευαγγελίου, δεν κελαρύζει ο ρύαξ, δεν ανθεί η φύσις, δεν κελαδούν τα πτηνά, ο Μάιος δεν είναι Μάιος.
Εφέτος άνοιξιν δεν έχομεν, το παν απ’ άκρου εις άκρον πενθεί, διότι ο Πόντος απέθανεν.
Ο Πόντος εσταυρώθη.
Ιστορικός λόγος Λεωνίδα Ιασονίδη, Γαλατάς Κωνσταντινούπολη
