«Το 1994, όταν έκανα το ντεμπούτο μου για την Guaranì, είχα μια υπέροχη σεζόν, η οποία τελείωσε με τηn Χρυσή Μπάλα της Βραζιλίας, ως πρώτος σκόρερ και ως αποκάλυψη. Είχα όλα τα έπαθλα διαθέσιμα εκείνη τη χρονιά, αλλά στο τέλος της σεζόν τραυματίστηκα και έχασα την ευκαιρία να πάω στην Μπαρτσελόνα, ήταν εκεί ο Ρομάριο και αργότερα πήραν τον Ρονάλντο. Κατάφερα να με συγκρίνουν με τον Ρονάλντο, αλλά αυτός έκανε πολλά περισσότερα απο μένα απο μικρός. Ήμουν ένας παίκτης που έπαιζε στα άκρα, που είχε το σουτ, που ντρίμπλαρε, σκόραρε και έδινε ασίστ. Επίσης η σωματική μου διάπλαση με βοηθούσε στο να τρέχω. Τώρα στην Serie A θα έβαζα σίγουρα τα διπλά γκολ της σεζόν 1998/99... Ναι, 44 γκολ για πλάκα. Ο ίδιος παίκτης του τότε, αν ερχόταν τώρα σ'αυτήν την Σέριε Α, αυτοί οι αμυντικοί δεν θα μπορούσαν να τον σταματήσουν. Η Ουντινέζε ήταν μια επαρχιακή ομάδα, ήταν δύσκολο να βρεις χώρο και να είχες 4-5 καθαρές ευκαιρίες στο παιχνίδι, οπότε έπρεπε να εκμεταλλευτώ αυτές που είχα. Είναι πιο δύσκολο να σκοράρεις όταν παίζεις στην Ουντινέζε παρά όταν παίζεις στην Ίντερ, την Γιουβέντους ή την Μίλαν, γιατί εκεί οι επιθετικοί, δεδομένης της ποιότητας των παικτών, είχαν περισσότερες πιθανότητες να πετύχουν περισσότερα γκολ. Το να είμαι ο πρώτος σκόρερ στο ιταλικό ποδόσφαιρο είναι μια από τις μεγαλύτερες πηγές υπερηφάνειας στην καριέρα μου, μεταξύ άλλων, εξακολουθώ να είμαι ο μόνος Βραζιλιάνος πρώτος σκόρερ στην ιστορία της Serie A». Μάρτσιο Αμορόζο