ΑρχικήΔιαφοραΚάχι Καχιασβίλι, με το προσωνύμιο ''Κλαρκ''

Κάχι Καχιασβίλι, με το προσωνύμιο ”Κλαρκ”

Ο Καχιασβίλι γεννήθηκε στις 13 Ιουλίου του 1969 στην πόλη Τσχινβάλι (Γεωργιανή Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία) της Σοβιετικής Ένωσης, από Γεωργιανό πατέρα και Ελληνίδα μητέρα.

Μικρός ζωγράφιζε, αλλά δεν συνέχισε αφού ο εγωισμός του δεν έμενε ικανοποιημένος από το τελικό αποτέλεσμα των έργων του.

Στράφηκε στη φωτογραφία, όμως η ενασχόληση ήταν ερασιτεχνική.

Εύκολα λοιπόν η ευκαιρία του επαγγελματία αρσιβαρίστα υπερνίκησε όλα τα άλλα από την ηλικία των 11 ετών, όταν και μετακόμισε στο Ροστόφ επί του Ντον, πόλη με παράδοση στην ανάδειξη αθλητών υψηλού επιπέδου.

«Ο αθλητισμός σε θέλει κατ’ αποκλειστικότητα», εξήγησε αναφερόμενος στα πρώτα του βήματα.

Η μητέρα του Μαρία Λαμπριανίδη, βοηθός γιατρού και ο πατέρα του Θωμάς, δάσκαλος στο Τσχίνβαλι, προσπάθησαν να τον μεταπείσουν να μην ασχοληθεί με την άρση βαρών καθώς έσπασε και τα δύο χέρια του, αλλά ο μικρός είχε πάρει τον δρόμο του.

Το 1988 κατέκτησε τον πρώτο του τίτλο, το Κύπελλο Σοβιετικής Ένωσης στην κατηγορία των 90 κιλών, πρωτιά που ξαναπήρε το 1991.

Η πρώτη διεθνής διάκριση ήταν το 1988 στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Εφήβων της Αθήνας, όταν κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στο αρασέ της κατηγορίας των 82,5 κιλών, ενώ την επόμενη χρονιά στη διοργάνωση του Φορτ Λόντερντεϊλ, ΗΠΑ ήταν δύο φορές στο πρώτο σκαλί του βάθρου και μία φορά στο δεύτερο στην κατηγορία των 90 κιλών.

Στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Άρσης Βαρών στο Σέκσαρντ (Szekszard) της Ουγγαρίας είχε την πρώτη του επιτυχία στην κατηγορία των ανδρών, όπου ήταν νικητής στο σύνολο με 400 κιλά.

Την ίδια χρονιά έγινε ο πρώτος χρυσός Ολυμπιονίκης του νεοσύστατου τότε κράτους της Γεωργίας, αγωνιζόμενος με την Ενωμένη Ομάδα στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Βαρκελώνης.

Την 1η Αυγούστου στην κατηγορία των 90 κιλών ήταν πρώτος με σύνολο και στις δύο κινήσεις 412,5 κιλά και νικώντας στη διαφορά σωματικού βάρους (ήταν 200 γραμμάρια ελαφρύτερος από τον συναθλητή του Σεργκέι Σιρτσόφ).

Η κίνηση του ζετέ όπου ανύψωσε 235 κιλά ήταν αυτή που του χάρισε τη νίκη.

Το 1993 στη Σόφια ήταν και πάλι πρωταθλητής Ευρώπης με 402,5 κιλά, αυτή τη φορά αγωνιζόμενος με την εθνική ομάδα της Γεωργίας, ενώ ήταν νικητής και στο Ευρωπαϊκό Σούπερ Κύπελλο.

Η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης με την παρακμή των πάντων, τον έφεραν σε αγωνιστική πτώση: δεύτερες θέσεις στις μεγάλες διοργάνωσεις, πρώτοι τραυματισμοί λόγω έλλειψης ικανοποιητικών συνθηκών προπόνησης, ακόμα και πρόβλημα στέγης.

Ο σοβαρός κίνδυνος να χάνονταν ως αθλητής τον έστρεψε στην Ελλάδα.

Μετά το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Άρσης Βαρών του 1994, εγκαταστάθηκε μόνιμα στην χώρα καταγωγής της μητέρας του υιοθετώντας το όνομα Ακάκιος.

Οι νέες συνθήκες ήταν εξαιρετικές και άμεσα εντάχθηκε στο δυναμικό του αθλητικού σωματείου του Μίλωνα.

Μετά από δύο δεύτερες θέσεις στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Άρσης Βαρών (1993, 1994) το 1995 ήταν πρωταθλητής κόσμου στην Γκουαντζού της Κίνας με σύνολο 410 κιλών, νικώντας και πάλι με διαφορά σωματικού βάρους.

Σε εκείνη τη διοργάνωση ανέβηκε στην κατηγορία των υπο-βαρέων βαρών (99 κιλά με την τότε αναδιάρθρωση των κατηγοριών).

Το 1996 ήταν για δεύτερη φορά χρυσός Ολυμπιονίκης στους Αγώνες της Ατλάντα με σύνολο 420 κιλών.

Και αυτή η νίκη δεν ήταν εύκολη μένοντας τρίτος στο αρασέ με 185 κιλά, αλλά και πάλι το δυνατό ζετέ του, του έδωσε τη νίκη με δέκα κιλά διαφορά από τον Ανατόλι Χραπάτι.

Οι επιδόσεις του στο σύνολο όπως και στο ζετέ (235 κιλά) ήταν παγκόσμια ρεκόρ.

Μετά το δεύτερο χρυσό του μετάλλιο στην Ατλάντα, είπε…

«Το πρώτο από τα χρυσά μου το κέρδισα για τη Γεωργία, όπου γεννήθηκα και έζησα για 23 χρόνια, αλλά ήθελα επίσης να κερδίσω ένα για την Ελλάδα, τη χώρα που αγαπώ και όπου βρίσκομαι και οι γονείς μου ζουν τώρα».

Το 1998 και 1999 ήταν και πάλι πρωταθλητής κόσμου επανερχόμενος στη κατηγορία των μεσαίων βαρών (91 κιλά).

Στη διοργάνωση της Αθήνας ανύψωσε 188 στο αρασέ, επίδοση ρεκόρ κόσμου που καταρρίφθηκε 19 χρόνια αργότερα.

Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϊ το 2000 ήταν για τρίτη φορά χρυσός Ολυμπιονίκης, ο τρίτος που κατάφερε κάτι τέτοιο μετά τους Ναΐμ Σουλεϊμάνογλου (που ολοκλήρωσε στην Ατλάντα) και Πύρρο Δήμα, μία ημέρα νωρίτερα.

Ο Καχιασβίλι ανυψώσε 405 κιλά στο σύνολο ανεβαίνοντας στο πρώτο σκαλί του βάθρου, και πάλι νικώντας στη διαφορά σωματικού βάρους τον τότε σημαντικότερο αντίπαλό του Σίμον Κολέτσκι.

Η τακτική που ακολουθήθηκε από τον προπονητή Χρήστο Ιακώβου δικαιώθηκε στο έπακρο.

Ακολούθησε περίοδος τραυματισμών και επανήλθε το 2003 στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα στο Λουτράκι, όπου ήταν πέμπτος στο αρασέ αδυνατώντας να συνεχίσει στο ζετέ, ενώ την επόμενη χρονιά στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του Κιέβου ήταν τετάρτος στο σύνολο.

Στην τελευταία του συμμετοχή στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας δεν κατάφερε να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις και μηδενίστηκε στο σύνολο αποτυγχάνοντας τρεις φορές στο ζετέ.

Είχε μία μόνο επιτυχημένη προσπάθεια στο αρασέ στα 180 κιλά.

Ήταν η τελευταία διοργάνωση της καριέρας του σε ηλικία 35 ετών.

Ο Καχιασβίλι έχει σημειώσει παγκόσμια ρεκόρ σε ζετέ (3) και αρασέ (2) και άλλα δύο στο σύνολο και έχει κατακτήσει επτά χρυσά, δύο αργυρά και τρία χάλκινα μετάλλια σε Παγκόσμια Πρωταθλήματα και έξι χρυσά, ένα αργυρό και τέσσερα χάλκινα μετάλλια σε Ευρωπαϊκά.

Του είχε αποδοθεί το προσωνύμιο «κλαρκ», από το μηχάνημα που σηκώνει βάρη.

Σπούδασε πολιτικός μηχανικός στο Πολυτεχνείο της Τιφλίδας και είναι αξιωματικός της Ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας.

Το 2001 παρουσίασε δίγλωσσο βιογραφικό λεύκωμα, με ελληνικό κείμενο και μετάφραση στα αγγλικά.

Το 2005 απέκτησε τη γεωργιανή υποκοότητα και από το 2015 είναι πρόεδρος της Ομοσπονδίας Άρσης βαρών της χώρας και πρόεδρος του συλλόγου Ολυμπιονικών.

Το 2010 εισήχθη στο Hall of Fame της Διεθνούς Ομοσπονδίας Άρσης Βαρών.

Τελευταία Αρθρα

Μίκα Ρίτσαρντς, ο οδηγός του Σαλάχ στην Φλωρεντία

«Η εμπειρία στην Φλωρεντία, μου έμεινε αξέχαστη, περισσότερο για έναν ποδοσφαιριστή που είχα γίνει...

Γκασπερίνι: ”Πλέον υπάρχουν πολλοί που προτιμούν το 3-4-3”

«Πριν από χρόνια, όταν ήμουν ακόμα στη Τζένοα, υπήρχε μια στιγμή που ήμουν κοντά...

Τζιόρτζιο Κιελίνι: ”Είμαστε φτιαγμένοι από πόθο και πόνο”

«Το κεφάλι μου είναι γεμάτο σημάδια, η καρδιά μου είναι γεμάτη όνειρα. Το κεφάλι μου...

Γιουπ Χάινκες, στην κορυφή ως παίκτης και ως προπονητής

Ο Γιουπ Χάινκες είχε μια μεγάλη καριέρα ως ποδοσφαιριστής. Σκόραρε πάρα πολλά γκολ, με το...

Παρομοια αρθρα

Λουτσιάνο Παβαρότι! «Βασιλιάς των υψηλών ντο»

Ο Λουτσιάνο Παβαρόττι ήταν Ιταλός τενόρος, γνωστός για την δεξιοτεχνία του στους υψηλότερους φθόγγους...

Τζουζέπε Τορνατόρε – Σινεμά “Ο παράδεισος” (1988)

Το Σινεμά ο Παράδεισος (πρωτότυπος τίτλος: Nuovo Cinema Paradiso) είναι ιταλική ταινία του 1988...

H Μαρία Αμάτο, μιλάει για τον Μπαντ Σπένσερ

"Δεν ήταν ο σύζυγος που σε πήγαινε για δείπνο και σου έδινε τριαντάφυλλα, για...