17 Οκτωβρίου 1915, η Ελλάδα απορρίπτει την πρόταση της Μεγάλης Βρετανίας για παραχώρηση της Κύπρου, σε μια από τις πιο σύνθετες διπλωματικές στιγμές της νεότερης ιστορίας της.
Το 1915, ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος μαίνεται και η Βρετανία, που είχε προσαρτήσει την Κύπρο έναν χρόνο νωρίτερα (1914) μετά τη συμμετοχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στο πλευρό των Κεντρικών Δυνάμεων, αναζητεί συμμάχους στην Ανατολική Μεσόγειο.
Για να ενισχύσει τη συμμαχική προσπάθεια και να βοηθήσει τη Σερβία απέναντι στη βουλγαρική επίθεση, το Λονδίνο προτείνει στην Αθήνα να εισέλθει στον πόλεμο υπέρ της Entente, προσφέροντας ως αντάλλαγμα την Κύπρο.
Η πρόταση διαβιβάζεται από τον Βρετανό πρέσβη στην Αθήνα, σερ Φράνσις Έλιοτ, προς την κυβέρνηση του Αλέξανδρου Ζαΐμη.
Η Ελλάδα, εκείνη την περίοδο, βρίσκεται στο επίκεντρο του Εθνικού Διχασμού.
Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος Α΄, με φιλογερμανικές τάσεις, επιμένει στη διατήρηση ουδετερότητας, ενώ ο Ελευθέριος Βενιζέλος υποστηρίζει τη συμμετοχή της χώρας στο πλευρό της Βρετανίας και της Γαλλίας, θεωρώντας ότι έτσι θα ενισχυθούν τα ελληνικά συμφέροντα.
Η αποχώρηση του Βενιζέλου από την πρωθυπουργία και η επικράτηση των βασιλικών κύκλων αφήνουν το κράτος πολιτικά διχασμένο.
Ο Ζαΐμης, προσεκτικός και συντηρητικός, επιλέγει να μην εμπλέξει τη χώρα σε έναν πόλεμο με αβέβαιη έκβαση.
Η απάντηση της ελληνικής κυβέρνησης είναι αρνητική.
Η επίσημη δικαιολογία είναι η ουδετερότητα, αλλά στην ουσία η απόφαση αντανακλά τον φόβο εσωτερικής ρήξης και στρατιωτικού κινδύνου.
H Ελλάδα παραμένει, προς το παρόν, εκτός του πολέμου, όμως δύο χρόνια αργότερα, το 1917, εισέρχεται τελικά στο πλευρό των Συμμάχων, χωρίς να λάβει την Κύπρο που είχε προσφερθεί το 1915.
Η πρόταση της Βρετανίας δεν επανέρχεται ποτέ επίσημα και η Κύπρος παραμένει υπό βρετανική κυριαρχία έως το 1960.
Η πράξη αυτή έχει απασχολήσει έντονα την ιστοριογραφία:
Για ορισμένους, αποτέλεσε χαμένη ευκαιρία για την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, ένα όραμα που θα αργήσει δεκαετίες να επανέλθει.
Για άλλους, η απόρριψη θεωρείται ρεαλιστική επιλογή, δεδομένου ότι η Βρετανία δεν παρείχε καμία εγγύηση ότι θα τηρούσε την υπόσχεσή της, ενώ η Ελλάδα κινδύνευε να εμπλακεί σε έναν πόλεμο για τον οποίο δεν ήταν προετοιμασμένη.
Επιπλέον, η γεωστρατηγική σημασία της Κύπρου για τη Βρετανία ήταν τέτοια που καθιστούσε απίθανη την πραγματική παραχώρησή της.
Η πρόταση του 1915 φαίνεται σήμερα περισσότερο ως διπλωματικός ελιγμός παρά ως ειλικρινής προσφορά.
Σε γενικές γραμμές, η άρνηση της Ελλάδας να αποδεχθεί την πρόταση για την Κύπρο αντικατοπτρίζει την πολιτική σύγκρουση του Εθνικού Διχασμού και τα διλήμματα μιας μικρής χώρας μπροστά σε παγκόσμιες ανακατατάξεις.




