«Σαν παιδί ονειρευόμουν να γίνω ποδοσφαιριστής.
Έπαιζα στα τσιμέντα, σε μια από τις πιο δημοφιλείς και δύσκολες συνοικίες στο Παλέρμο.
Σεμνή οικογένεια, τρία αδέρφια και μια αδερφή, ο μπαμπάς ήταν κτίστης.
Ήταν ο πρώτος και μεγαλύτερος οπαδός μου, με συνόδευε παντού μόνο και μόνο για να με βλέπει να παίζω.
Προσπαθούσα να τον βοηθήσω, δούλεψα ως έμπορος ελαστικών, ως ζαχαροπλάστης και ως πλανόδιος πωλητής…
Θα ήμουν ικανοποιημένος με λίγα, αλλά το ποδόσφαιρο μου έδωσε τα πάντα, φήμη, νίκες, χρήματα.
Το 1982 ήμουν 17 χρονών, ήμουν στην πρώτη μου σεζόν στη Μεσίνα και τον Ιούλιο πανηγύριζα τη νίκη της Ιταλίας στο Παγκόσμιο Κύπελλο στην ταράτσα ενός λεωφορείου.
Κουνούσα την σημαία και σκεφτόμουν…
«Αναρωτιέμαι αν θα μπορέσω ποτέ να δω έναν αγώνα της εθνικής ομάδας στο γήπεδο».
Οκτώ χρόνια αργότερα, με την φανέλα της Ιταλίας, ήμουνα εκεί, ο πρωταγωνιστής…
«Η μεγαλύτερη ικανοποίηση ήταν που επιλέχτηκα για την αποστολή του Mundial.
Δεν είχα υποχρεώσεις, αφού ήμουν απλά ένας από τους 22 παίκτες που κλήθηκαν.
Η στιγμή ήταν φανταστική, ακόμα και αν δεν έπαιζα, θα ήμουν πολύ χαρούμενος και μόνο να καθόμουν στον πάγκο.
Στην προπόνηση μπορούσα να δείξω τις ικανότητες και την ποιότητα μου και ο (προπονητής της Ιταλίας) Βιτσίνι σκεφτόταν να με βάλει να παίξω.
Το πρώτο μου ματς σε Mundial ήταν και το πρώτο με την Εθνική σε μεγάλη διοργάνωση και οδήγησε στην ιστορία μου.
Ημουν στον πάγκο και ακόμα και αυτό ήταν εκπληκτικό για μένα.
Θυμάμαι που μπήκα στο 75′ και ήμουν λίγο φοβισμένος.
Ηταν στο Ολίμπικο και ποτέ δεν είχα φορέσει τη Γαλάζια φανέλα στο παρελθόν παρά μόνο σε ένα φιλικό.
Από τη στιγμή που πάτησα το τερέν, πρώτος μου στόχος ήταν να τα πάω καλά, όμως όλα συνέβησαν πολύ γρήγορα.
Δεν είχα καν σκεφτεί το να σκοράρω, αφού όλα έγιναν γρήγορα.
Ηταν υπόθεση δευτερολέπτων, παίξε και βάλε γκολ.
Είχα πολλή αδρεναλίνη μέσα μου και σε πέντε λεπτά ο Βιάλι μου έδωσε τη μπάλα. Εγώ την έβαλα μέσα.
Σε εκείνο το σημείο όλα έγιναν τρελά.
Αρχισα να τρέχω και πήδηξα πάνω στον (αναπληρωματικό τερματοφύλακα) Στέφανο Τακόνι. Νιώθεις έντονα συναισθήματα.
Είχα μόλις πετύχει ένα γκολ και εκείνη τη στιγμή άρχισα να τρέχω.
Δεν ήξερα προς ποια κατεύθυνση να τρέξω και απλά κατευθύνθηκα προς τον πάγκο, ήταν ένα φανταστικό συναίσθημα, ήταν κάτι το οποίο δεν μπορείς να περιγράψεις.
Προσωπικά, δεν έπαιρνα ποτέ τίποτα ως δεδομένο.
Για μένα κάθε παιχνίδι είναι μία λοταρία. Οταν το ματς τελειώνει, κρατάω τα θετικά της ημέρας και προχωράω.
Αυτή είναι η δυναμή μου και αυτό που μου επιτρέπει να πάω μπροστά.
Είχα έναν μυικό τραυματισμό στα πόδια και ήμουν κουρασμένος, οπότε σκέφτηκα να το αφήσω σε κάποιον που είναι σε καλύτερη κατάσταση από μένα, κάποιον ικανότερο στις εκτελέσεις πέναλτι.
Δεν είμαι κάποιος σπουδαίος εκτελεστής πέναλτι. Ημουν τυχερός με κάποια και άλλα τα έχασα.
Οταν χτυπάς ένα πέναλτι, σκέφτεσαι πολλά πράγματα, αποτυχία και επιτυχία και σε έναν τόσο σημαντικό αγώνα υπάρχει ο φόβος όλα να πάνε στραβά.
Είναι μία τεράστια ευθύνη να αναλάβεις. Θα μου άρεσε να να έχω μία ευκαιρία, όμως πιστεύω ότι ούτε που θα μπορούσα να σουτάρω.
Δεν είναι ότι έκανα πίσω, ακόμα και να έχανα το πέναλτι, είχα ήδη βάλει πέντε γκολ, οπότε δεν θα ήταν δικό μου λάθος.
Ηταν πολύ δύσκολο να το συνειδητοποιήσεις.
Ηταν σαν ένα μεγάλο κτίριο να έπεσε πάνω μου.
Πέρασα περισσότερες από δύο ώρες στα αποδυτήρια καπνίζοντας και κλαίγοντας.
Ηταν κάτι που φάνηκε να γλιστράει από τα χέρια μας, ήταν έντονη η αίσθηση της απογοήτευσης και της θλίψης.
Θα έδινα ευχαρίστως τον τίτλο του πρώτου σκόρερ για να πάρουμε το Παγκόσμιο Κύπελλο.
Ηταν προς το τέλος του μικρού τελικού με αντίπαλο την Αγγλία.
Ζήτησα από τον Ρομπέρτο Μπάτζιο να εκτελέσω το πέναλτι και μου είπε: ‘χτύπα το και μπορείς να γίνεις πρώτος σκόρερ’.
Δέχθηκα την πρότασή του και με αυτό το πέναλτι πήρα το Χρυσό Παπούτσι.
Η ομάδα του 1990 είχε πολλούς εξαιρετικούς παίκτες και παίξαμε ένα από τα καλύτερα παιχνίδια της Εθνικής ομάδας.
Δεν χάσαμε ούτε ένα ματς και είχαμε την ευκαιρία να παίξουμε με την Γερμανία στον τελικό, όμως το λάθος του Βάλτερ Τζένγκα μας στέρησε τη δυνατότητα να φτάσουμε μέχρι εκεί.
Ακόμα και όταν πηγαίνω στο εξωτερικό, χάρη στο Παγκόσμιο Κύπελλο ο κόσμος γνωρίζει ποιος είμαι.
Για κάθε ποδοσφαιριστή, το να παίζει για τη χώρα του πρέπει να είναι η πρώτη του προτεραιότητα αφού αυτό μπορεί να αλλάξει τη ζωή σου, όπως άλλαξε τη δική μου».
Σαλβατόρε Τότο Σκιλάτσι
”Εσύ με τον έτερο τεράστιο Ρομπέρτο Μπάτζιο, μας έκανες Σκουάντρα Ατζούρα, εκείνες τις μαγικές νύχτες μπάλας, του 1990!
Όταν το ποδόσφαιρο ήταν σαν παραμύθι, σαν ένα κινούμενο σχέδιο, με το οποίο στεναχωριόσουν όταν λάμβανε τέλος!
‘Ηρωες της καθημερινότητας, που γινόταν ήρωες για ένα ολόκληρο έθνος!
Σκιλάτσι, το όνομα δεν μπορεί να ξεχαστεί και να σβήσει, ειδικά απο την μνήμη ενός μικρού παιδιού!
Σαλβατόρε ‘Τότο’ Σκιλάτσι, καλό ταξίδι!
Οι αναμνήσεις δεν σβήνουν!
Αναπαύσου εν ειρήνη!”