“Θυμάμαι εκείνη τη μέρα σαν να ήταν σήμερα.
Ήταν τo 2007, μιλάω με έναν επιχειρηματία από τη Βερόνα που εργάζεται στη Νότια Αμερική.
Προτείνει νεαρούς ποδοσφαιριστές, του λέω ότι ο σύλλογος μου έχει μηδενικό μπάτζετ και αν θέλει μπορεί να τους φέρει στην Ιταλία για να τους δούμε.
Έφτασα στην προπόνηση με φώναξε η μασέρ γιατί είχε δει έναν νεαρό να ντριμπλάρει.
Ήταν εκστασιασμένος.
Τον πηγαίναμε στην προπόνηση.
Πήρε πολύ καιρό μέχρι να μπορέσουμε να τον δαμάσουμε.
Ήταν σχεδόν επιθετικός, δεν μπορούσε να ζήσει με τους συμπαίκτες του.
Τον εμπιστευτήκαμε σε μια κοινότητα ιερέων για να του δώσουν ένα κρεβάτι και ένα ζεστό γεύμα.
Συνήθιζα να κάνω προσφορές σε μοναχούς.
Δεν είχα πάντα λεφτά, κάποτε μάλωσα με έναν από τους αδελφούς για να δώσω στον Ζορζίνιο κάτι να φάει.
Έδινα στο αγόρι είκοσι η πενήντα ευρώ όταν μπορούσα.
Το ίδιο έκανε και ο Ραφαέλ, ο Βραζιλιάνος τερματοφύλακας της πρώτης ομάδας.
Ήταν ο μόνος τρόπος για να τον έχουμε κι’αυτός έπρεπε να μελετήσει, να μάθει τη γλώσσα και να παίξει.
Δεν μπορώ να φανταστώ τα δάκρυα που έριχνε τη νύχτα σε εκείνο το δωμάτιο.
Το μόνο που ξέρω είναι ότι εκείνος δεν τα παράτησε ποτέ και έφτασε να κερδίζει μετά απο χρόνια, το Γιούρο και το Τσάμπιονς Λιγκ.”
Ρικάρντο Πρισαντέλι, πρώην τεχνικός διευθυντής της Ελλάς Βερόνα για τον Ζορζίνιο