”Η λέξη κιµπαρλίκι δεν χρησιμοποιείται πουθενά αλλού έτσι όπως χρησιμοποιείται από τους βέρους Σαλονικιούς.
Κιµπάρης (από την τουρκική λέξη kibar)είναι ο γενναιόδωρος, ο αριστοκράτης, ο φίνος, ο δωρικός και λιγόλογος, αλλά και ο «ξηγημένος», ο δικός µας, ο Σαλονικιός για!
Είμαστε μπολιασμένοι αιώνες τώρα με την πολιτισμικότητα αυτής της πόλης και δεν πάψαμε ποτές να χορεύομαι με τους ήχους Ευρωπαϊκούς με πιάνο και με βιολί σε χοροεσπερίδες η σε γιορτές των γονιών μας αλλά και με ήχους φερμένους από την Σμύρνη και από την Πόλη στις αυλές μας με ένα ποτηράκι ρετσίνα η τσίπουρο αλλά και όπου στηνόταν αυτοσχέδιες μαζώξεις εκεί στα Λαδάδικα, στην Αγορά του Μοδιάνο η στο Καπάνι!
Και τα φαγητά και τα γλυκά της πόλης αναπόσπαστο μέρος του χαρακτήρα μας και του πολιτισμού μας.
Από τα Ευρωπαϊκά φαγητά του Όλυμπος-Νάουσα την υπέροχη γαστρονομία του μεγαλοαστικού Μεντιτερανέ, του Κρικέλα, του Στρατή, τα σουτζουκάκια και την υπέροχη κουζίνα του Ρογκότη!
Κι ύστερα η υπέροχη αντίθεση με την Ανατολία στις γεύσεις και στις μυρωδιές με τον αρνίσιο γύρο στην παλιά Κληματαριά, τα μπιφτέκια του Μήτσου και του Καλούση στο Φάληρο που τα έφτιαχνε με μια κρυφή συνταγή που την κρατούσε μυστικό,
ο μπακαλιάρος στον Αρίστο στα παλιά Λαδάδικα σε μια λαδόκολλα με την καφτερή πιπεριά και τις τηγανιτές πατάτες και την σκορδαλιά.
Και ο χορός συνεχιζόταν με τους μικροπωλητές και με τα παγωμένα αμύγδαλα, το κουλούρι με το κασέρι έτσι λέμε εδώ τα κίτρινα τυριά, το υπέροχο σάμαλι και τα φοινίκια, το σαλέπι και οι ντουντουρμάδες στην Ερμού, τα κουλούρια στον φούρνο στην Ροτόντα με ουρές από τα ξημερώματα!
Και ο χορός καλά κρατεί με τα γλυκά του Γκιγκιλίνη, του Φλόκα, του Τερκενλή με τα τσουρέκια του, τα τρίγωνα Πανοράματος του Ελενίδη, του Αγαπητού, του Χατζή, του Χατζηφωτίου!
Τρίγωνα, τσουρέκια, ροξ, μπουγάτσες, σαραγλί, κουρκουμπίνια, ταούκ- κιοκτσού, ασουρέ, τα κεφίρ στην Διαγώνιο και τα σοροπιαστά της γλυκομάνας Θεσσαλονίκης μας!
Το Καπάνι που ακόμα αντιστέκεται και μας θυμίζει ημέρες ανθρωπιάς, μόχθου, παιδικών αναμνήσεων…
Εμείς εδώ πάνω είμαστε παιδιά της φτωχομάνας Σαλονίκης και συνεχίζουμε να είμαστε Κιμπάριδες ακόμα και οι νέοι αυτής της πόλης που αυτά που γράφω ούτε τα μισά δεν έζησαν αλλά τα νοιώθουν και τα κουβαλάνε μέσα τους!”
Η θεία Ευτέρπη
