Κάποτε, λίγο πριν από την ανταλλαγή των πληθυσμών, ζούσαν εκεί ειρηνικά Αρμένιοι, Έλληνες και μουσουλμάνοι.
Ο λόγος για τη Ραιδεστό, της Ανατολικής Θράκης, που χτίστηκε τον 6ο αιώνα π.Χ. από Σάμιους αποίκους και αρχικά ονομαζόταν Βισάνθη.
Στην διάρκεια της ιστορίας της άλλαξε πολλά χέρια και κατέληξε στους Τούρκους το 1922, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή.
Στο παρελθόν υπαγόταν διοικητικά στο Βιλαέτι Αδριανουπόλεως και ήταν έδρα του ομώνυμου σαντζακιού και καζά.
Η Ραιδεστός ήταν έδρα του μητροπολίτη Ηρακλείας, ο οποίος ήταν επιφορτισμένος με το τιμητικό καθήκον να παραδίδει στον εκάστοτε εκλεγμένο Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως την πατριαρχική ράβδο.
Στη διοικητική επικράτεια του νομού ανήκουν σημαντικές θρακικές πόλεις όπως η Τυρολόη,
τα Μάλγαρα, η Πέρινθος και Χαριούπολη, αλλά και χωριά με ελληνική ιστορία όπως το Μυριόφυτο.
Στην πόλη υπήρχαν τέσσερις εκκλησίες:
ο Μητροπολιτικός Ναός της Παναγίας της Φανερωμένης (1840),
του Αγίου Γεωργίου (1841),
της Παναγίας της Ρευματοκράτειρας (1896)
και του Αγίου Αθανασίου.
Η Παναγία η Ρευματοκράτειρα βρισκόταν στο δυτικό τμήμα του “Φραγκομαχαλά” και ήταν
η πολιούχος της πόλης.
Σήμερα δεν υπάρχει, αλλά το θαυματουργό εικόνισμα της μεταφέρθηκε από Ρωμιούς στη Βασιλική Αχειροποιήτου στη Θεσσαλονίκη.
Σπουδαία η πνευματική κίνηση της πόλης μέχρι τις αρχές του περασμένου αιώνα.
Ο “Φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος εν Ραιδεστώ” είχε ιδρυθεί το 1871 και λειτούργησε μέχρι το 1920.
Πριν από την Ανταλλαγή στη Ραιδεστό υπήρχαν πολλά σημαντικά εκπαιδευτήρια όπως η “Θεοδωρίδειος Σχολή” αρρένων και το «”Γεωργιάδειον Παρθεναγωγείον”.
