”Σμύρνη μου συνεχώς ζούμε με το άρωμά σου.
Τι κι’ αν πέρασαν χρόνια, τι κι’ αν πέρασε αιώνας από την Καταστροφή.
Εμείς είμαστε κοντά σου.
Καθημερινά βιώνουμε τις αναφορές σου για τις ομορφιές που είχες.
Θες με την προκυμαία και τα σοκάκια σου, με τα τραγούδια και την μουσική σου, θες με τις Μικρασιατικές εκδηλώσεις μας, ακόμη θες και για την μαγειρική σου.
Το βασικότερο για την ανθρωπιά σου.
Για όλα τα “θες” θα προσπαθούμε συνεχώς να σε έχουμε κοντά μας.
Είναι Χρέος μας.
Μην ξεχνάμε ότι η Σμύρνη ήταν ένας μέγιστος εμπορικός κόμβος μεταξύ Ανατολής και Δύσης, κοιτίδα πολλών αρχαίων λαών και πολιτισμών.
Από τους 370.000 κατοίκους της πόλης, οι 165.000 ήταν Έλληνες.
Το ελληνικό στοιχείο, διάσπαρτο σε όλο το μήκος και το πλάτος της Ανατολίας μακροημέρευε κυρίως στην κοσμοπολίτικη Σμύρνη.
Οι δε άνθρωποι που ζούσαν εκεί, Τούρκοι, Αρμένιοι, Εβραίοι, Λεβαντίνοι, ήξεραν όλοι να μιλούν ελληνικά.
Η ελληνική γλώσσα είχε γίνει “η γλώσσα των εμπόρων και της καλής κοινωνίας”.
Η μουσική και τα τραγούδια ήταν πολύ έντονα στοιχεία σε καφενέδες, μπακαδοταβέρνες, γάμους και βαφτίσεις με τους οργανοπαίχτες να αποκαλούνται παιχνιδιάτορες και τα μουσικά όργανα, παιχνίδια.
Στα μαγαζιά του Φραγκομαχαλά οι ντόπιοι έβρισκαν παιχνίδια όμορφα και κουρντιστά, “από παραδείσια φτερά για τα μαλλιά των γυναικών μέχρι σκαρπίνια για Σταχτοπούτες”.
Ένας Σμυρνιός, σε μια δήλωση καρδιάς
