Ο Prosinečki, με το παρατσούκλι Žuti (ο κίτρινος) σε όλη την καριέρα του λόγω των ξανθών μαλλιών του, θεωρήθηκε ένας από τους πιο δημιουργικούς και τεχνικά καταρτισμένους ποδοσφαιριστές που αναδύθηκαν από την Ανατολική Ευρώπη την δεκαετία του 1980.
Η αγαπημένη του θέση ήταν αυτή του καθαρού μέσου, αν και συχνά έπαιζε και ως δεξιός εξτρέμ ή ως επιθετικός χαφ και μετακινούνταν ο ίδιος στο κέντρο του γηπέδου για να επεξεργαστεί και να οργανώσει τα επιθετικά το παιχνίδι των συμπαικτών του καθώς ο ρόλος του νούμερο 10 ήταν δικός του, με το εξαιρετικό όραμά του για το παιχνίδι.
Συνήθιζε να διατηρεί την κατοχή λόγω των ικανοτήτων του στην ντρίμπλα και επέβαλε τον ρυθμό του στους αντιπάλους με τις πάσες και την ικανότητά του να εκμεταλλεύεται χώρους. Σε τεχνικό επίπεδο, ξεχώριζε για την ικανότητά του να πασάρει κοντά, να ντριμπλάρει και να οδηγεί μπροστά την μπάλα, ποτέ πίσω.
Είχε επίσης ένα δυνατό σουτ που τον έκανε επικίνδυνο από στημένες φάσεις.
Το στυλ του επικρίθηκε κατά καιρούς από ορισμένους οπαδούς της Ρεάλ Μαδρίτης, αν και συχνά έπαιζε εκτός θέσης κατά τη διάρκεια της θητείας του στην ισπανική πρωτεύουσα.
Ο Vicente del Bosque, ο τελευταίος του προπονητής στην ομάδα, τον έβαλε να παίξει ως 10 και όρισε τις επιδόσεις του με τον εξής τρόπο…
” Δεν μπορεί να αρνηθεί κανείς ότι είναι ατομιστής.
Αλλά πρέπει επίσης να σκεφτούν όλοι, ότι χρειάζεται και τους συμπαίκτες του.
Πολλές φορές το κοινό τον αποδοκιμάζει επειδή κρατάει την μπάλα, χωρίς να σκεφτεί ότι ίσως το κάνει γιατί δεν έχει άλλη επιλογή.
Ταδε έφη ο Βιθέντε ντελ Μπόσκε το 1994
Ο Prosinečki έχει δηλώσει ότι από τους προπονητές που είχε, ο αγαπημένος του ήταν ο Johan Cruyff.
Οι μεγαλύτερες αδυναμίες του ως ποδοσφαιριστής ήταν οι μυϊκοί τραυματισμοί (που τον οδήγησαν εκτός δράσης για ολόκληρη σχεδόν την σεζόν 1991-92), το ότι δεν μάρκαρε και η ασυνέπειά του.
Επίσης εθισμένος στο τσιγάρο.
Το καλοκαίρι του 1987, ο Đuro Prosinečki πήρε τον Robert στο Βελιγράδι και υπέγραψε το επαγγελματικό συμβόλαιο που ζητούσαν.
Ο Dragan Džajić, ο τότε τεχνικός διευθυντής του Ερυθρού Αστέρα, θυμάται πώς ξεκίνησε η μεταγραφή…
Τέλη Μαΐου 1987, κατά τη διάρκεια ενός από τα ταξίδια μας στο Ζάγκρεμπ, μείναμε στο Hotel Esplanade όπου με πλησίασε ένας άντρας που μου συστήθηκε ως θείος του Robert Prosinečki.
Μου είπε ότι ο ανιψιός του δεν ήταν ευχαριστημένος στη Ντιναμό και με ρώτησε αν μπορούσαμε να κανονίσουμε μια δοκιμή.
Τους είπα να έρθουν στο Βελιγράδι σε μια-δυο μέρες και το έκαναν.
Στο δοκιμαστικό είδα αυτό το παιδί να κάνει θαύματα με την μπάλα και ζήτησα αμέσως από τον προπονητή μας Velibor Vasović να προγραμματίσει μια απογευματινή προπόνηση στο κεντρικό στάδιο για να μπορέσω να δω το παιδί άλλη μια φορά.
Ήταν προφανές ότι είχαμε έναν αριστοκρατικό παίκτη στα χέρια μας και ξεκίνησα τη διαδικασία συμβολαίου αμέσως.
Ο δικηγόρος μας, μας ενημέρωσε ότι δεν θα χρειαζόταν να πληρώσουμε μεταγραφή στη Ντιναμό, έτσι ο πατέρας του Ρόμπερτ, ο Τζούρο και εγώ συμφωνήσαμε τα πάντα σε πέντε λεπτά.
Οι πιο σημαντικές στιγμές στην πορεία του Ερυθρού Αστέρα στο Κύπελλο Πρωταθλητριών το ’91 πέρασαν από τα πόδια του Ρόμπερτ Προσινέτσκι.
Προσοχή και απο τα δύο πόδια.
Πολύ δυνατό και το δεξιό και το αριστερό.
Εξαιρετικό όραμα του παιχνιδιού και μυαλό πολύ μπροστά από όλους και επίσης εξαιρετικός ντριμπλέρ.
Διάφοροι παίκτες στο πρωτάθλημα της Γιουγκοσλαβίας προσπάθησαν να τον σταματήσουν, αλλά δεν ήταν εφικτό.
Θα κάνω ότι θέλω, έλεγε πάντα.
Κάπνιζε τρία πακέτα τσιγάρα την ημέρα.
Ένα ολόκληρο μπουκάλι ουίσκι, δικό του.
Αλλά 12/13 χλμ. ανά παιχνίδι και θέλει πάντα την μπάλα, δεν κρύβεται ποτέ.
Δεν έχει σημασία αν είναι με την πλάτη στον αμυντικό, δεν έχει σημασία αν έχει δύο πάνω του.
Πάντα την θέλει και δύσκολα τη χάνει.
Αυτός είναι ο Robert Prosinecki