′′Γεννήθηκα σε μια οικογένεια τσιγγάνων, ο πατέρας μου ανήκει σε έναν πληθυσμό ευρωπαίων νομάδων, οι οποίοι κατοικοεδρεύουν κυρίως ανάμεσα στη Γερμανία και την Ολλανδία.
Μεγάλωσα σε ένα πάρκο, σε ένα τροχόσπιτο στο Μπέβεργουικ, βόρεια του Άμστερνταμ και το σπίτι μου ήταν αυτό οπου γεννήθηκε και ο μπαμπάς μου.
Πολλοί άνθρωποι με ρωτούν: Δεν ήταν περίεργο να ζεις έτσι…??
Ίσως δεν ήταν ένας φυσιολογικός τρόπος ζωής, αλλά μου άρεσε, ήμασταν όλοι μια μεγάλη οικογένεια. Δεν είχαμε πολλά, αλλά ζούσαμε με όσα είχαμε.
Αυτό με βοήθησε γιατί με έκανε να νιώθω σαν πολεμιστής του δρόμου και έμαθα ότι πρέπει να πολεμήσεις για να κατακτήσεις το χώρο και τη θέση σου στην κοινωνία, όσο μεγαλώνεις.
Δούλεψα την τεχνική, την ντρίμπλα, ανάμεσα στους γείτονες και στα τροχόσπιτα, χρησιμοποίησα άδεια μπουκάλια μπίρας ως εστία και όταν δεν είχα την μπάλα κλωτσούσα απευθείας τις μπύρες, οι οποίες δεν έλειπαν ποτέ απο το έδαφος.
Μετά έκανα καριέρα και έγινα πλούσιος και το πρώτο πράγμα που έκανα με τα λεφτά που κέρδισα ήταν να αγοράσω ένα σπίτι στους γονείς μου. Ήταν η πρώτη φορά που μπήκαν σε πραγματικό σπίτι.
Ήταν παράξενο, ποτέ δεν πίστευα ότι θα μπορούσα να τα κάνω όλα αυτά, αλλά στην καρδιά μου η ελπίδα δεν είχε ποτέ ξεριζωθεί.
Νομίζω η απασχόληση μου με το ποδόσφαιρο, ήταν το καλύτερο πράγμα που έκανα σε όλη μου τη ζωή.′′
Ράφαελ Φαν ντερ Φάαρτ