”Όλοι κάνουμε αγορές όταν παίζουμε μπάσκετ, που τις μετανιώνουμε μέχρι σήμερα.
Όλοι αγοράσαμε αυτοκίνητα και τώρα σκεφτόμαστε αν το είχαμε όντως ανάγκη.
Ξοδεύαμε χρήματα σε ρούχα, ρολόγια και σε club μαζί με φίλους.
Τα έχουμε κάνει όλα αυτά.
Είναι μέρος όλου αυτού, όμως θα πρέπει να καταλάβουμε πως μόλις τελειώνει το μπάσκετ, αρχίζει η πραγματική ζωή.
Υπάρχει πραγματική ζωή και νομίζω πως όλοι έχουν περάσει από ένα στάδιο μετάβασης σε αυτή.
Όταν το μπάσκετ σταματήσει, κανείς δεν σε παίρνει τηλέφωνο και σταματάνε και οι επιταγές. Για εμένα είναι πολύ πιο σημαντικό να προετοιμαστεί ένας παίκτης για τη ζωή μετά το μπάσκετ”.
Πρέντραγκ Στογιάκοβιτς
Οι Σακραμέντο Κινγκς το 2014 απέσυραν την φανέλα με τον αριθμό 16 προς τιμήν του Πέτζα Στογιάκοβιτς, βάζοντας τον έτσι στο Πάνθεον των κορυφαίων όλων των εποχών.
Μπορεί να έχουν περάσει πολλά χρόνια όμως ο Στογιάκοβιτς παραμένει μέχρι και σήμερα ένας εκ των κορυφαίων παικτών που αγωνίστηκαν στο Ελληνικό πρωτάθλημα.
Ο Π.Α.Ο.Κ. είχε την τύχη να έχεις στις τάξεις του, έναν απο τους κορυφαίους σουτέρ στην ιστορία του αθλήματος.
Η ικανότητα του στο σκοράρισμα ήταν μοναδική και τον συνόδευε σε όλη τη διάρκεια της καριέρας του.
Μέχρι σήμερα παραμένει ως ένας από τους καλύτερους Ευρωπαίους παίκτες που έχουν αγωνιστεί στο NBA και η κατάκτηση του πολυπόθητου δαχτυλιδιού σφράγισε αυτή του την εξαιρετική πορεία.
Στη μικρή Σλαβόνσκα Ποζέγκα της Κροατίας, μια πόλη 25.000 κατοίκων, μεγάλωσε (είχε γεννηθεί στο Βελιγράδι) ένα πιτσιρίκι που έμελλε να γίνει ένας από τους καλύτερους σουτέρ στην ιστορία του παγκόσμιου μπάσκετ.
Το όνομα του, Πρέντραγκ Στογιάκοβιτς ή απλά, Πέτζα.
Σε μια χώρα που τα μωρά αντί για κουδουνίστρες, κρατάνε μια μπάλα του μπάσκετ, ο Πέτζα μεγαλώνει, ψηλώνει, και το 1992 σε ηλικία 14 χρόνων, εντάσσεται στον Ερυθρό Αστέρα, καθώς οι γονείς του έχουν στο μεταξύ μετακομίσει στο Βελιγράδι, λόγω του πολέμου στην τότε ενωμένη Γιουγκοσλαβία.
Το ταλέντο του ξεχειλίζει και, στα δύο χρόνια που αγωνίζεται με τους ερυθρόλευκους της Σερβίας, προλαβαίνει να κατακτήσει και ένα πρωτάθλημα.
Το κάλεσμα του ΠΑΟΚ, μιας από τις καλύτερες ομάδες στην Ευρώπη, εκείνη την εποχή, δεν μπορεί να τον αφήσει αδιάφορο και έτσι το καλοκαίρι του 1994 εντάσσεται στον δικέφαλο της Θεσσαλονίκης, δηλώνοντας ότι πρόκειται για ένα όνειρο του που γίνεται πραγματικότητα, αφού στον ΠΑΟΚ αγωνίζεται τότε ο καλύτερος σουτέρ της Ευρώπης και συμπατριώτης του, ο Μπάνε Πρέλεβιτς.
Την σεζόν (2010-2011) ο Πέτζα κατακτά κάτι που έλειπε από την συλλογή του, το δαχτυλίδι δηλαδή του πρωταθλητή με το Ντάλας, στο πλευρό του Νοβίτσκι ο οποίος στο μεταξύ είχε δηλώσει: «Όταν τον είδα για πρώτη φορά στην προπόνηση, κατάλαβα ότι η ευστοχία του, είναι αρρωστημένη!»
«Όταν καταλαβαίνεις ότι ανταγωνίζεσαι πλέον με το σώμα σου και όχι με το ίδιο το παιχνίδι, είναι ένα κάλεσμα – ξύπνημα της φύσης.
Είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου, ότι αν ερχόταν η μέρα που η καρδιά και το σώμα μου, δεν θα ήταν στο 100%, θα έκανα πίσω. Η μέρα αυτή ήρθε κια ήταν η ώρα να αποσυρθώ!».
Ο Πέτζα του ΠΑΟΚ, του ΝΒΑ, της ελληνίδας συζύγου και των τριών παιδιών του πάνω απ’ όλα, σταμάτησε το μπάσκετ έχοντας μέσο όρο καριέρας στο ΝΒΑ 17 πόντους και το μυθικό 40% στα τρίποντα, έχοντας ευστοχήσει σε 1760!
Η αποχαιρετιστήρια δήλωση του Ντέιβιντ Στέρν, κομισάριου του ΝΒΑ…
«Ο Πέτζα θα είναι πάντα στο μυαλό μας, ως ένας από τους μεγαλύτερους σουτέρ στην ιστορία του ΝΒΑ!
Η επιτυχία του οφείλεται στην δουλειά, την ηθική και την επιθυμία του να είναι ο καλύτερος. Ο μύθος του όμως είναι μεγαλύτερος από την ικανότητα του στο σουτ και το πρωτάθλημα που κατέκτησε με το Ντάλας.
Αποτελεί μέρος των διεθνών αστέρων που ήρθαν στο ΝΒΑ και βοήθησαν τον οργανισμό, να εμπνεύσει χιλιάδες ανθρώπους σε όλο τον κόσμο».




