«Οταν ήμουν στη Γουέστ Χαμ, το 2001, την ημέρα των Χριστουγέννων χτύπησε το τηλέφωνο την ώρα του δείπνου.
Απάντησα και άκουσα μια φωνή με σκωτσέζικη προφορά.
Ρώτησα στα αγγλικά “ποιος είναι;” και μου είπε “είμαι ο Αλεξ”.
“Ποιος Αλεξ;”, ξαναρώτησα, «ο Αλεξ Φέργκιουσον», μου απαντάει.
Είπα… διάφορα στα ιταλικά γιατί νόμιζα ότι κάποιος φίλος μου έκανε πλάκα.
Δεν πίστευα ότι ο Αλεξ Φέργκιουσον θα τηλεφωνούσε σε μένα και μάλιστα τα Χριστούγεννα. Αυτός, όμως, το έκανε και η συζήτηση συνεχίστηκε και άρχισε να γίνεται πιο σοβαρή.
“Θέλεις να έρθεις σε εμάς;”, με ρώτησε κάποια στιγμή.
“Δεν μπορώ.
Είναι μεγάλη τιμή αλλά θέλω να μείνω στη Γουέστ Χαμ και να κλείσω την καριέρα μου εδώ”, απάντησα.
Ενα χρόνο μετά, ξανά τα Χριστούγεννα, τηλεφωνεί ξανά.
Είπα ξανά τις ίδιες ιταλικές λέξεις γιατί είχα πει το σκηνικό στους φίλους μου και πίστευα ότι τώρα κάποιος από αυτούς μου έκανε πλάκα.
Ο Φέργκιουσον, ευτυχώς, δεν καταλάβαινε ιταλικά.
Ηθελε να μου πει ξανά ότι με ήθελε στηn Γιουνάιτεντ, μου είπε ότι αν πήγαινα θα έπαιζα πίσω από τον Φαν Νίστελροϊ.
Πραγματικά μπήκα στον πειρασμό αλλά και πάλι κάτι μέσα μου με σταμάτησε.
Τον ευχαρίστησα επομένως και απάντησα αρνητικά ξανά.
Αργότερα έμαθα ότι έλεγε πως ήμουν ένας από τους τρεις παίκτες που ήθελε αλλά δεν είχε ποτέ και αυτό με έκανε πολύ υπερήφανο.
Μέσα στα χρόνια, σκέφτηκα αρκετές φορές πώς θα μπορούσαν να εξελιχθούν τα πράγματα αν υπέγραφα στηn Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, η οποία ήταν μία από τις πιο δυνατές ομάδες του κόσμου.
Οι φίλοι μου, η οικογένειά μου, μου έχουν πει ότι ήμουν τρελός που απάντησα αρνητικά. Αναρωτήθηκα κι εγώ ο ίδιος “ήμουν τρελός που είπα όχι;”.
Η απάντηση που μου έδωσα ήταν…
“Ναι, ήμουν τρελός, αλλά τρελός από αγάπη για την Γουέστ Χαμ”».
Πάολο Ντι Κάνιο