”Οι γονείς μου ήταν κι εκείνοι παιδιά, 20 – 22 ετών, όταν έφυγαν από την πατρίδα τους δίχως το παραμικρό, γεμίζοντας απλά λίγες βαλίτσες και αναχωρώντας για το Λουξεμβούργο για να ξεκινήσουν μια νέα ζωή.
Το γεγονός πως ο πατέρας μου ήταν ποδοσφαιριστής στην FK Drina Zvornik, ομάδα της τρίτης κατηγορίας του ποδοσφαίρου της Γιουγκοσλαβίας του επέτρεψε να ταξιδεύει για τα παιχνίδια, να καταλάβει γρήγορα την ένταση στο κομμάτι της πολιτικής και ν’ αντιληφθεί πως έπρεπε να ξεφύγει από την εμπόλεμη κατάσταση που θα ερχόταν…
Ο πατέρας μου, Φαρουντίν Πιάνιτς, προσπάθησε να μιλήσει με τους ανθρώπους της ομάδας του για να τον αφήσουν να φύγει από τη στιγμή που είχε βρει μέσω φίλων του, συμβόλαιο part-time σε ομάδα του Λουξεμβούργου και θα έπιανε μια επιπλέον δουλειά ώστε να τα βγάζει πέρα.
Και τις δύο φορές που απευθύνθηκε στον σύλλογο δεν έβγαλε άκρη, μετέπειτα πήγε με τη μητέρα μου και με εμάς και επισκεφτήκαμε τα γραφεία της Drina Zvornik.
Το κλάμα μου, έπεισε τους ανθρώπους της ομάδας κι εκείνοι επέτρεψαν στην οικογένεια μου να φύγουμε ως ελεύθεροι.
Εκείνα τα δάκρυα, έσωσαν την οικογένεια μου, σε αντίθεση με εκατοντάδες συμπατριώτες μου που έχασαν τη ζωή τους στην πόλη Zvornik όταν ξέσπασε ο πόλεμος.
Ήμουν πολύ μικρός όταν κατάλαβα την έννοια των σειρήνων και του πολέμου.
Κάθε φορά που ακούω για πόλεμο, σκέφτομαι τι να έγιναν οι φίλοι μου.
Κανένα παιδί δεν πρέπει να αναγκαστεί να ζήσει με αυτόν τον εφιάλτη.”
Μίραλεμ Πιάνιτς


