“Κοιμόμασταν δεκατέσσερα άτομα σε ένα δωμάτιο.
Η γιαγιά μου η Έμμα στο κρεβάτι και εμείς, τα δεκατρία αδέρφια στο πάτωμα.
Ο πατέρας μου Γουίλιαμ και η μητέρα μου Μπάι, ήταν χωρισμένοι και είχαν φύγει μακριά απο εμάς.
Η γιαγιά μου είχε όλη την οικογένεια μαζί σε ένα δωμάτιο και νοίκιαζε το υπόλοιπο σπίτι για κάποια χρήματα.
Κάποτε τρώγαμε μόνο ρύζι.Απλά χαμογελάω και αυτό είναι όλο.
Πάντα πεινούσα. Κακό πράγμα, η πείνα… Πολύ κακό!
Ανάμεσα σε βάλτους και κουνούπια, στις φτωχογειτονιές της Κλάρα Τάουν, κοντά στο λιμάνι της Μονρόβια, μεγάλωσα στο δρόμο, καταπιανόμουν με χίλιες δουλειές, έπαιζα χαρτιά, κάπνιζα…
Ποτέ δεν έκλεψα αλλά αν έπρεπε, από πείνα, θα το έκανα.
Αγαπώ το ποδόσφαιρο και χρωστάω τα πάντα σε αυτό.
Όταν έπαιζα για τη Μίλαν, τις μέρες στο Μιλανέλο, κάποιοι συμπαίκτες έπαιζαν μπιλιάρδο, κάποιοι άλλοι χαρτιά, άλλοι διάβαζαν εφημερίδες στον καναπέ.
Πάντα ποδόσφαιρο, ποδόσφαιρο…
Δεν είναι αυτή η ζωή.
Στο τελικό σφύριγμα του διαιτητή, το ποδόσφαιρο δεν ήταν πλέον η πρώτη μου σκέψη.
Οι μνήμες των θανάτων του εμφυλίου πολέμου, ξυπνούσαν…
Εχασα συγγενείς, φίλους, ξαδέρφια, παιδιά που μεγάλωσα μαζί τους.
Κατά τη διάρκεια των χρόνων στο Μονακό, στο Παρίσι, στο Μιλάνο προσπάθουσα να μην τα σκέφτομαι όλα αυτά.
Δεν θα μπορούσα να παίξω.
Θα έπρεπε να τα δίνω όλα.
Ήταν η δουλειά μου.
Για ενενήντα λεπτά, υπήρχε μόνο η μπάλα. Αλλά μόλις τελείωνε το παιχνίδι, γύριζα πίσω στη Λιβερία με το μυαλό μου.”
Τζορτζ Γουεά
«Όταν ξεκίνησα να παίζω ποδόσφαιρο στην Αφρική δεν με πλήρωναν αλλά δεν με ένοιαζε, το απολάμβανα.
Κοιμόμουν με μια μπάλα και ξυπνούσα με μια μπάλα στην αγκαλιά μου».
Ξεκινώντας από τη φτώχεια στη Λιβερία, κατέκτησε πρώτα τη Γαλλία, μετά την Ιταλία και στο τέλος ολόκληρη την Ευρώπη και έγινε ο πρώτος μη Ευρωπαίος παίκτης, που κέρδισε τη «Χρυσή Μπάλα».
Μεγάλο σέντερ φορ, ο Λιβεριανός, Τζορτζ Γουεά!
Ξεκίνησε την καριέρα του το 1981 και αγωνίστηκε σε διάφορες ομάδες της χώρας του, καθώς και στην Tonnerre Yaoundé του Καμερούν την περίοδο 1987-1988, κατακτώντας διάφορους τίτλους.
Το καλοκαίρι του 1988 μετακόμισε στη Γαλλία, για την ομάδα του Αρσέν Βενγκέρ, την Μονακό, όπου και κατέκτησε το πρωτάθλημα Γαλλίας το 1991.
Από το 1992 αγωνίστηκε με την φανέλα της Παρί Σεν Ζερμέν, με την οποία κατέκτησε άλλο ένα πρωτάθλημα Γαλλίας το 1994.
Το 1995 αποκτήθηκε από την Μίλαν.
Στην Ιταλία κατέκτησε δύο πρωταθλήματα (1996, 1999) ενώ το 1995 κατάφερε να βγει πρώτος σκόρερ στο Τσάμπιονς Λιγκ.
Το 2000 αποκτήθηκε δανεικός από τη Τσέλσι, ενώ αργότερα την ίδια χρονιά μεταγράφηκε αρχικά στη Μάντσεστερ Σίτι και στη συνέχεια στη γαλλική Ολιμπίκ Μαρσέιγ.
Τελικά έκλεισε την δεκατετράχρονη καριέρα του στην ομάδα του Αμπού Ντάμπι, Αλ-Τζαζιρα, από την οποία αποκτήθηκε το 2001.
Το 1996, σε έναν αγώνα της Μίλαν με την Πόρτο, ο Γουεά γρονθοκόπησε τον Πορτογάλο αμυντικό Ζόρζε Κόστα, υποστηρίζοντας πως δέχτηκε ρατσιστική επίθεση από τον παίκτη της Πόρτο.
Αν και τιμωρήθηκε με έξι αγωνιστικές αποκλεισμό, έλαβε την ίδια χρονιά το βραβείο Fair Play της ΦΙΦΑ.
Ο ίδιος έχει βραβευθεί, εξάλλου, για τις φιλανθρωπικές του δράσεις με το βραβείο Arthur Ashe Courage Award το 2004, ενώ ήταν και πρέσβης καλής θέλησης της UNICEF.
Ο Γουεά έχει ασχοληθεί με το να προωθεί το ποδόσφαιρο για τα παιδιά της Λιβερίας και της Αφρικής γενικότερα, ενώ ανάμεσα σε άλλα, έχει ιδρύσει μια παιδική ομάδα ποδοσφαίρου στη Μονρόβια.
Μετά το τέλος της καριέρας του ο Γουεά επέστρεψε στη Λιβερία, όπου ασχολήθηκε με τη πολιτική.
Ο Γουεά ορκίστηκε Πρόεδρος Λιβερίας και ανέλαβε καθήκοντα στις 22 Ιανουαρίου του 2018.