«Ήταν ένας μάνατζερ που δημιούργησε όλα αυτά τα προβλήματα σε μένα, σε έναν ποδοσφαιριστή απο την Ακτή Ελεφαντοστού, του είχα δώσει τα χρήματα για να τα παραδώσει, αλλά δεν το έκανε.
Τότε, η FIFA μου έστειλε μια επιστολή που με ενημέρωσε για ένα χρέος ενός εκατομμυρίου ευρώ για το οποίο δεν γνώριζα ουσιαστικά τίποτα.
Ήμουν σε διαθεσιμότητα από οποιαδήποτε δραστηριότητα, δεν είχα δικαίωμα να προπονηθώ με ομάδα.
Συνήθιζα να προπονούμαι και ντρεπόμουν.
Πήγαινα για τρέξιμο το πρωί, αλλά είχα ανθρώπους που γυμνάζονταν και έρχονταν να βγάλουν μερικές φωτογραφίες μαζί μου.
Έπρεπε να προπονηθώ τη νύχτα, όταν έσβηνε το φως, αλλά δεν μπορούσα να μείνω σπίτι.
Τα παιδιά μου με ρωτούσαν πότε θα επιστρέψω στο γήπεδο, οπότε όταν βγήκα το πρωί έκανα ότι πήγαινα στη δουλειά.
Έμενα έξω και πήγαινα σπίτι όταν τα παιδιά μου ήταν ήδη στο κρεβάτι επειδή δεν ήθελα να αναρωτιούνται γιατί δεν με είδαν να παίζω. Συνήθιζα να κλειδώνομαι στο δωμάτιό μου για τρεις ή τέσσερις μέρες.
Τώρα προσεύχομαι στον Θεό να βγάλει τις σκέψεις αυτοκτονίας από το μυαλό μου.
Στο σπίτι φοβάμαι, γιατί δεν ξέρω τι ώρα θα έρθει η Αστυνομία.
Μερικές φορές κλείνω τα φώτα επειδή δεν θέλω να ξέρουν οι άνθρωποι ότι είμαι μέσα.
Μερικές φορές κοιμάμαι στο πάτωμα στο σπίτι ενός φίλου μου.
Πλένω μόνος μου το τζιν μου, πλένω όλα τα ρούχα μου.
Τα χέρια μου είναι σκληρά σαν να δουλεύω σε φάρμα.
Τα λεφτά που κέρδισα, τα έστειλα στη γυναίκα μου για τα παιδιά μας.
Παλιά με έπαιρναν τηλέφωνο, τώρα δεν έχω επαφή μαζί τους.
Όταν βλέπω τους πρώην συμπαίκτες μου ακόμα στον κόσμο του ποδοσφαίρου χαίρομαι γι’ αυτούς, αλλά ντρέπομαι για την κατάστασή μου.
Τα σκέφτομαι όλα και λέω στον εαυτό μου ότι έπρεπε να είμαι κι εγώ εκεί”.
Εμανουέλ Εμπουέ