ΑρχικήΠοδοσφαιροΤζάλμα Σάντος, μια μεγάλη Βραζιλιάνικη μορφή του ποδοσφαίρου

Τζάλμα Σάντος, μια μεγάλη Βραζιλιάνικη μορφή του ποδοσφαίρου

Ιταλική Serie D σεζόν 1985 – ’86, η Bassano έχει προπονητή τον Cinesinho και ο πρόεδρος Renato Sonda παραπονιέται…

“Υπάρχουν πολλά παιδιά που θέλουν να μάθουν να παίζουν ποδόσφαιρο και κανείς δεν μπορεί να τους μάθει πώς να κάνουν μια ευθεία πάσα”

Και o Σινεσίνιο απαντά: «Θα μπορούσαμε να φωνάξουμε τον Τζάλμα»

Και ο πρόεδρος αναρωτιέται: “Τζάλμα;” «Ναι, Τζάλμα Σάντος… αν τον ρωτήσω, θα έρθει σίγουρα» Και ο Djalma φτάνει.

Κάθε μέρα για τρία χρόνια ο Djalma Santos, ένας από τους πιο δυνατούς μπακ όλων των εποχών, πηγαίνει στο γήπεδο Bassano del Grappa για να προπονήσει τους Pulcini.

Και πριν από κάθε προπόνηση, περπατάει με ένα μικρό κουτί για να αφαιρέσει όλα τα σκουπίδια και τα φύλλα που μπορεί να βρίσκονται στο γρασίδι για να κάνει πιο εύκολο το έργο των παιδιών.

Το 1988, ο Djalma φεύγει απο την ομάδα, κάνοντας τα παιδιά και κάποιους μεγάλους να κλαίνε.

Ξεκίνησε την καριέρα του με την Πορτουγκέσα.

Αρχικά αγωνιζόταν στο κέντρο της άμυνας, αλλά αργότερα μετακινήθηκε στη δεξιά πλευρά έχοντας τα απαραίτητα προσόντα για να διακριθεί σε περισσότερες από μία θέσεις.

Το 1959 μετακόμισε στην Παλμέιρας.

Συμμετείχε σε 501 παιχνίδια για τον σύλλογο, κατακτώντας συνολικά επτά τίτλους πρωταθλήματος και κυπέλλου.

Έφυγε από το σύλλογο το 1968 και μετά από ένα χρόνο στην Ατλέτικο Παραναένσε εγκατέλειψε την ενεργό δράση σε ηλικία 41 ετών έχοντας αγωνιστεί σε 1.065 επίσημους αγώνες.

Ο Σάντος έκανε 98 επίσημες εμφανίσεις για τη Βραζιλία μεταξύ του 1952 και του 1968 (επίδοση που ήταν εθνικό ρεκόρ για σχεδόν τρεις δεκαετίες) και ήταν στην ομάδα για τέσσερα συνεχόμενα Παγκόσμια Κύπελλα μεταξύ 1954 και 1966.

Έκανε την πρώτη του εμφάνιση απέναντι στο Περού στο Παναμερικανικό Πρωτάθλημα του 1952 (μετέπειτα Κόπα Αμέρικα) σε αγώνα που έληξε με 0–0.

Η εθνική Βραζιλίας κέρδισε το τρόπαιο σε αυτή τη διοργάνωση.

Έκανε το ντεμπούτο του στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1954 στη νίκη με 5–0 με αντίπαλο το Μεξικό και έπαιξε σε όλους τους αγώνες της Βραζιλίας κατά τη διάρκεια της διοργάνωσης.

Σημείωσε το πρώτο του γκολ για τη Βραζιλία με πέναλτι στην ήττα με 4–2 από την Ουγγαρία, συνάντηση που έμεινε γνωστή ως “Μάχη της Βέρνης”.

Στο επόμενο Παγκόσμιο Κύπελλο (1958) αγωνίστηκε μόνο στον τελικό έχοντας εξαιρετική απόδοση και συμπεριλήφθηκε στην καλύτερη ομάδα της διοργάνωσης.

Στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1962 ήταν στην αρχική σύνθεση, παίζοντας σε όλα τα παιχνίδια της εθνικής. Στον τελικό απέναντι στην Τσεχοσλοβακία έδωσε την τελική πάσα (ασίστ) για το τελευταίο γκολ της Βραζιλίας.

Στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1966 ο Σάντος ήταν σε ηλικία 37 ετών, επιλέχθηκε για τέταρτη συνεχή διοργάνωση και αγωνίστηκε βασικός, αν και αυτό ήταν έκπληξη για ορισμένους.

Η αποτυχία της εθνικής δεν άφησε περιθώρια διάκρισης για τον πολύπειρο παίκτη.

Γνώρισε μεγάλη επιτυχία ως δεξιός πλάγιος αμυντικός με χαρακτηριστικά την ηρεμία του, την εργατικότητα, τον υποδειγματικό επαγγελματισμό καθώς και των συνεπών εμφανίσεων του σε αυτή τη θέση.

Ήταν γρήγορος και σωματικά ισχυρός αμυντικός, γνωστός για την αντοχή του, και την ικανότητα αντιμετώπισης τόσο χαμηλά όσο και στον αέρα.

Εκτός από την αμυντική ικανότητά του, που του έδωσε το ψευδώνυμο Muralha (ο τοίχος) από τον Ουρουγουανό συγγραφέα Εδουάρδο Γκαλεάνο, είχε και εξαιρετική τεχνική και επιθετικές ικανότητες, με καλό έλεγχο και δημιουργικότητα όταν το απαιτούσαν οι συνθήκες.

Ήταν επίσης ικανός στις εκτέλεσεις πέναλτι.

Στις 23 Οκτωβρίου 1963 συμμετείχε ως μέλος της Μικτής Κόσμου στον αγώνα απέναντι στην Εθνικής Αγγλίας για τον εορτασμό των 100 χρόνων της αγγλικής ποδοσφαιρικής ιστορίας μαζί με τους Αλφρέδο Ντι Στέφανο, Φέρεντς Πούσκας, Λεβ Γιασίν, Εουσέμπιο, Γιόζεφ Μάζοπουστ, Φρανσίσκο Χέντο, Ρεϊμόν Κοπά, Ούβε Ζέελερ, Ντένις Λόου κα.

Συνολικά κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του αγωνίστηκε σε 1.065 επίσημους αγώνες χωρίς να αποβληθεί ποτέ.

Το 1994 επιλέχθηκε από τη ΦΙΦΑ στην καλύτερη ομάδα όλων των εποχών του Παγκοσμίου Κυπέλλου.

Μετά την αποχώρησή του από την ενεργό δράση, αποφάσισε να γίνει προπονητής, αλλά σύντομα συνειδητοποίησε ότι δεν του άρεσε πλέον ο ανταγωνιστικός κόσμος του επαγγελματικού ποδοσφαίρου.

Έτσι, ξεκίνησε μια νέα ζωή ως προπονητής ποδοσφαίρου και εκπαιδευτής για μικρά παιδιά, εστιάζοντας όχι στα αθλητικά αποτελέσματα, αλλά πάνω απ’ όλα να τους αφήσει να διασκεδάσουν παίζοντας.

Απομακρύνθηκε από την πατρίδα του στη Σαουδική Αραβία και – στη δεκαετία του 1980 – έφτασε και στην Ιταλία, σε μια μικρή πόλη που ονομάζεται Bassano del Grappa, προσκεκλημένος από πολύ στενό του φίλο, Βραζιλιάνο παίκτη, ο οποίος ήταν προπονητής στην τοπική ομάδα ποδοσφαίρου, Virtus Bassano.

Εκεί, άνοιξε με το φίλο του μια ακαδημία ποδοσφαίρου για παιδιά.

Ωστόσο, η πορεία του αθλητισμού και της εκπαίδευσης δεν τελείωσε, καθώς στη χώρα του ίδρυσε μια άλλη ακαδημία ποδοσφαίρου στον δήμο Ουμπεράμπα για φτωχά παιδιά. Αποφάσισε να δώσει μια ευκαιρία σε αγόρια και κορίτσια, δίνοντας προσοχή και στα σχολικά τους αποτελέσματα.

Τελευταία Αρθρα

Η μεγάλη πρόκριση του Πανιωνίου επι της Ατλέτικο Μαδρίτης

Την σεζόν 1971-72, ο Πανιώνιος έγραψε μια από τις πιο χρυσές σελίδες της ιστορίας...

Ο Πατρίς Εβρά και η καινοτομία στο μεταγραφικό παζάρι

Η ζωή του Πατρίς Εβρά μετά την αποχώρησή του από το ποδόσφαιρο αποδεικνύεται εξίσου...

Nίκος Μαχλάς: ”Στον ΟΦΗ ανδρώθηκα ποδοσφαιρικά”

''Κανένας δεν μπορεί να γνωρίζει τι του επιφυλάσσει το μέλλον. Έτσι και εγώ δεν θα...

Ο Βιβιάνο θυμάται μια ιστορία με Λούκα Τόνι και Άντεμ Λιάγιτς

«Στην Φιορεντίνα, ο Λιάγιτς αστειευόταν συχνά με τον Λούκα Τόνι επειδή ήταν αργός και...

Παρομοια αρθρα

Η μεγάλη πρόκριση του Πανιωνίου επι της Ατλέτικο Μαδρίτης

Την σεζόν 1971-72, ο Πανιώνιος έγραψε μια από τις πιο χρυσές σελίδες της ιστορίας...

Ο Πατρίς Εβρά και η καινοτομία στο μεταγραφικό παζάρι

Η ζωή του Πατρίς Εβρά μετά την αποχώρησή του από το ποδόσφαιρο αποδεικνύεται εξίσου...

Nίκος Μαχλάς: ”Στον ΟΦΗ ανδρώθηκα ποδοσφαιρικά”

''Κανένας δεν μπορεί να γνωρίζει τι του επιφυλάσσει το μέλλον. Έτσι και εγώ δεν θα...