«Όταν η Ρόμα κέρδισε το Scudetto το 2001, έπαιζα στις 11 το πρωί στην Eccellenza, τόσο τέλεια μέρα, γιατί μετά τον αγώνα ο πατέρας μου με πήγε στο γήπεδο. Είδα το Ρόμα-Πάρμα με φίλους και έζησα εκείνη τη μέρα στο έπακρο. Πήγα στο πάρτι στο Circus Maximus από τις 9 το πρωί μέχρι το τέλος της εκδήλωσης». Επαιζε πολύ καλά στα 22 του, αλλά σε μικρότερες κατηγορίες. Άλλος θα είχε παραιτηθεί βλέποντας ότι δεν ερχόταν η μεταγραφή και αντ'αυτού ερχόταν οι τραυματισμοί. Μόλις ξεκινάει κιόλας. Θα πετύχει 200 γκολ μεταξύ των επαγγελματιών. Ακόμα κι αν δεν θα παίξει ποτέ στη Ρόμα του και αυτό έχει να κάνει κυρίως με τα μούσια, καθώς πολλοί δεν τον έβλεπαν ως σοβαρή προσωπικότητα. Παίζει σε μια υπέροχη Τριεστίνα, ίσως την τελευταία πολύ καλή Τριεστίνα, μετά στην Serie A με την Κιέβο γιατί τον καλεί ένας κύριος που λέγεται Στέφανο Πιόλι. Μετά πηγαίνει στη Μπολόνια... "Υπήρχαν προβλήματα και κατέληξα να αγοράζω εισιτήρια διαρκείας για να βοηθήσω. Δεν έχει σημασία τι κάνεις, σημασία έχει ότι είσαι εκεί και βοηθάς". Ενα σύνθημα που μεταφέρει πάντα σαν ιδέα». Παίζει στην Lecce, στην τελυταία μεγάλη Arezzo και στη Serie B με την Pisa. Και ήρθε η ώρα να σταματήσει, το πλήρωμα έρχεται για όλους. Και γι'αυτόν. Ο ποδοσφαιριστής δεν είναι μόνιμη δουλειά. Βλέπει να ανοίγεται μπροστά του ένας απροσδιόριστος χρόνος που τον αποπροσανατολίζει. Ένα βάσανο που μοιάζει να μην σταματά ποτέ. Απλώς δεν μπορεί να το κάνει, δεν μπορεί να σταματήσει... Τότε ο Νταβίντε Μοσκαρντέλι αφήνεται να καταληφθεί από αυτή την απίστευτη χαρά που κόντευε να ξεχάσει, αυτή που του δίνει η μπάλα. Και συνεχίζει... "Ποιο είναι το μυστικό για εμάς που παίζαμε μέχρι την ηλικία των 40; Στην περίπτωσή μου, το να είμαι ερωτευμένος με το ποδόσφαιρο. Έχω κάνει μόνο αυτό στη ζωή μου, αλλά μου δίνει ακόμα συναισθήματα.'' Νταβίντε Μοσκαρντέλι