” Η γυναίκα μου πέθανε το μεσημέρι στις 26 Νοεμβρίου 2007.
Ηταν Δευτέρα.
Εγώ και τα παιδιά μου τις τελευταίες ώρες ήμασταν στο κρεβάτι μαζί της.
Τα τελευταία μου λόγια δεν μπορώ να της τα πω.
Είναι πολύ δύσκολο.
Αρρώστησε επτά χρόνια νωρίτερα.
Ημουν προπονητής στη Βενετσια.
Ένας όγκος στο στήθος, σε λιγότερο από δύο χρόνια πάλι πρόβλημα, αρκετές μεταστάσεις, χημειοθεραπεία.
Κατά τη διάρκεια της τελευταίας υποτροπής ήμουν στη Ρώμη η Μανουέλα ήθελε να πάει σπίτι, έτσι κάναμε μια συμφωνία, της είπα ότι θα ήμουν κάθε λεπτό στο πλευρό της.
Αυτή ήταν η προτεραιότητά μου.
Η ζωή μου ήταν η ζωή της.
Έτσι παραιτήθηκα και επέστρεψα στο Οριζινουόβι.
Πολλοί έμειναν έκπληκτοι, για μένα ήταν μια φυσική επιλογή.
Το ποδόσφαιρο μερικές φορές φοβάται την κανονικότητα.
Είμαι από το Οριζινουοβι, στην επαρχία της Μπρέσια,εκει υπάρχει η πλατεία Βιτόριο Εμανουέλε, μια όμορφη πλατεία.
Την Μανουέλα την γνώρισα εκεί, στο μπαρ, ένα κυριακάτικο απόγευμα.
Ήταν με την φίλη της, μόλις τη κοίταξα, μου άρεσε αμέσως.
Την επόμενη μέρα με μια δικαιολογία ήθελα να πάω να την ξαναδω.
Στα τριάντα χρόνια μαλώσαμε μόνο μια φορά.
Στο ποδόσφαιρο δεν μου αρέσει η αγανάκτηση, η διαμάχη, η αλαζονεία, η βλακεία, η λήθη… απόλαυσα τα περισσότερα παιχνίδια.
Οι ποδοσφαιριστές σήμερα το χαίρονται όλο και λιγότερο.
Κάνεις μια δουλειά που σου αρέσει, σου δίνουν πολλά λεφτά,ζεις μέσα απο αυτή.
Εγω παντα κοίταζα να έχω καθαρή ψυχή.
Δεν μπορώ να προσποιηθώ και να υποκριθώ “.
Τσέζαρε Πραντέλι